Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αποχαιρέτισμα
3 εγγραφές [1 - 3]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
αποχαιρέτισμα το [apoxerétizma] Ο49 : η ενέργεια του αποχαιρετώ.

[μσν. αποχαιρέτισμα < αποχαιρετισ- (αποχαιρετίζω) -μα]

[Λεξικό Κριαρά]
αποχαιρέτισμα· αποχαιρέτισμαν το.
  • Aποχαιρετισμός:
    • είντ’ αποχαιρετίσματα ήσαν την ώρα κείνη (Eρωτόκρ. Γ´ 1502).

[<αόρ. του αποχαιρετίζω + κατάλ. μα. H λ. στο Somav. και σήμ. ιδιωμ.]

[Λεξικό Γεωργακά]
αποχαιρέτισμα [apoçerétizma] το,
  • act or words of leave-taking, farewell, good-bye (syn αποχαιρετισμός, αποχαιρετιστήρια, αποχαιρετούρα):
    • συγκινήθηκε στο ~ του γιου της

[fr postmed αποχαιρέτισμα, der of αποχαιρετίζω]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες