Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αποτεφρωτήριο
1 εγγραφή
[Λεξικό Γεωργακά]
αποτεφρωτήριο [apotefrotírio] ο, (L)
  • crematory (syn κρεματόριο)

[fr kath (neol Koumanoudis) αποτεφρωτήριον, der of αποτεφρώ]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες