Παράλληλη αναζήτηση
3 εγγραφές [1 - 3] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- αποσπερίτης ο [aposperítis] Ο10 : (λαϊκότρ., λογοτ.) ονομασία του πλανήτη Aφροδίτη κατά την εμφάνισή του στη Δύση κοντά στο ηλιοβασίλεμα· (πρβ. Aυγερινός).
[μσν. αποσπερίτης < αποσπέρ(α) -ίτης < φρ. από εσπέρα `μετά την εσπέρα΄ με αποφυγή της χασμ.]
[Λεξικό Κριαρά]
- Αποσπερίτης ο.
-
- O πλανήτης Aφροδίτη, ο Έσπερος (αλλιώς Αυγερινός, βλ. ά.):
- (Γεωργηλ., Θαν. 158)·
- (προκ. να δηλωθεί εξαιρετική ομορφιά):
- το Ρηγόπουλο … ήλαμπε … ως φέγγει Αποσπερίτης (Ερωτόκρ. Β´ 498).
[<επίρρ. αποσπέρα + κατάλ. ‑ίτης. H λ. στο Bλάχ. και σήμ.]
- O πλανήτης Aφροδίτη, ο Έσπερος (αλλιώς Αυγερινός, βλ. ά.):
[Λεξικό Γεωργακά]
- αποσπερίτης [aposperítis] ο, (sp. also Aποσπερίτης)
- :
- οι αχτίδες, το φως του αποσπερίτη |
- έσκασε, έφεξε, φάνηκε ο ~ |
- έλαμπε, χλωμός ακόμη μα γλυκός, ο ~ (Xenop) |
- κατάνακρα στον άγριο τοίχο κάτι που έμοιαζε δειλός ~ φωτίζει από ψηλά, ήταν ένας φεγγίτης (Chourmouzios)
[fr postmed, MG αποσπερίτης, der of αποσπέρα w. suff -ίτης]