Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αποξέστης
1 εγγραφή
[Λεξικό Γεωργακά]
αποξέστης [apokséstis] ο, (L) = αποξεστήρας
:
  • ~ σωλήνων |
  • χωματουργικός ~

[fr kath (neol Koumanoudis) αποξέστης, der of αποξέω]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες