Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- αποκωδικοποιώ [apokoδikopió] -ούμαι Ρ10.9 : αναγνωρίζω ένα σήμα ή ένα μήνυμα που είναι διατυπωμένο σε έναν άγνωστο ή ακατανόητο κώδικα και το μετατρέπω σε έναν άλλο, που είναι γνωστός και κατανοητός: ~ ένα σήμα / μήνυμα. Συσκευή που αποκωδικοποιεί το τηλεοπτικό σήμα.
[λόγ. απο- κωδικοποιώ]
[Λεξικό Γεωργακά]
- αποκωδικοποιώ [apoko∂ikopió] pass αποκωδικοποιούμαι
- decode (near-syn αποκρυπτογραφώ):
- αποκωδικοποιεί το μήνυμα με την αφή πάνω σε μια σειρά από ειδικές τρύπες |
- οι αριθμοί διαβιβάζονται με τον τηλέτυπο και αποκωδικοποιούνται στον προορισμό
[fr kath (neol) αποκωδικοποιώ, cpd w. κωδικοποιώ]
- decode (near-syn αποκρυπτογραφώ):