Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- απλότητα η [aplótita] Ο28 : η ιδιότητα του απλού. 1. η φυσικότητα και η έλλειψη επιτήδευσης στους τρόπους και στη συμπεριφορά. ANT εκζήτηση: Mιλούσε με ~ και χάρη. Ξεχώριζε για την ~ και τον αυθορμητισμό της. 2α. η απουσία του περιττού και του εξεζητημένου: Nτύνεται με ~. β. η ιδιότητα εκείνου που είναι εύκολο στην κατανόηση ή στη χρήση: Tο διήγημα έχει κάτι από την ~ των παραμυθιών στην υπόθεση και στο ύφος.
[λόγ. < αρχ. ἁπλότης, αιτ. -ητα]
[Λεξικό Γεωργακά]
- απλότητα [aplótita] η, (& poet απλότη & L απλότης)
- ① lack of complication or complexity, simplicity, crudity:
- γλωσσική ~ |
- η ~ του παραδείγματος |
- η ~ των χαρακτήρων του διηγήματος |
- το μειονέκτημα των απλών λύσεων είναι η απλότητά τους (Papanoutsos) |
- ο χριστιανισμός έχασε την πρώτη απλότητά του, τη μονολιθικότητά του (Panagiotop)
- ⓐ plainness, intelligibility, ease (near-syn ευκολία):
- ~ εννοιών |
- οι συγγραφείς γράφουν με τέτοια ~ και σαφήνεια, σα να λένε διαρκώς στον αναγνώστη ένα κ' ένα κάνουν δύο (Charis)
- ② lack of embellishment or extravagance, simplicity, plainness (near-syn L το απέριττο, λιτότητα):
- βαθυστόχαστη, κλασική, πυκνή, σκληρή ~ |
- ~ στην αφήγηση, στη γραφή, στην έκφραση |
- ~ της γλώσσας, της κουβέντας, του λυρισμού, του ναού, των παραμυθιών |
- η θεία ~ της ελληνικής φύσεως |
- διαμέρισμα επιπλωμένο με ~ |
- στο Φειδία επικρατεί η δωρική απλότης (Drosinis) |
- δε μπόρεσα να βρω την ~, να νικήσω το φανταχτερό στολίδι (Kazantz) |
- παρά την ~ της φρασεολογίας του, ο Mακρυγιάννης δεν είναι απλός συγγραφέας, είναι περίπλοκος (Theotokas) |
- η αρχιτεκτονική του θεάτρου θα σκότωνε την ~ του θεάματος των λαϊκών χορών (Stratou) |
- poem μα μέσα στην απλότη του | και τη μεγαλοσύνη του (ο ναός) κακοσημαδεμένος (Palam)
- ③ lack of sophistication, unaffectedness, naïvety (syn απλοϊκότητα 1):
- παιδική, προσποιητή, τρυφερή ~ |
- η ~ των πρωτόγονων |
- κάποιος με ρώτησε με πολλή ~ τι παράσημο είχα πάρει για τη δράση μου (Stratou) |
- οι καλοί άνθρωποι πιστεύουν με ~ σ' ένα χρέος, που δεν το συζητούν (Theotokas) |
- την είδε να φέρνει με ~ κρασί να πιουν οι δούλοι (ChZalokostas) |
- poem είχε μια τέτοια απλότη και γαλήνη | μια γελαστή μορφή (Polydouri)
[fr postmed, MG απλότης ← PatrG, K, AG]
- ① lack of complication or complexity, simplicity, crudity: