Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Γεωργακά]
- απιθανότητα [apiθanótita] η, (L)
- improbability, unlikelihood, implausibility (syn το απίθανο, ant πιθανότητα):
- εξωφρενικές, λογικές απιθανότητες |
- αντίφαση, όρια της απιθανότητας |
- η θεωρία παρουσιάζει πολλές απιθανότητες |
- τα υπερρεαλιστικά έργα έχουν τον εξωτισμό, τις απιθανότητες και την ασυναρτησία που έχουν οι οπτασίες (Papanoutsos) |
- οι συγγραφείς προχωρούν στην πιο χοντρή φάρσα, στις πιο απίθανες απιθανότητες (Ploritis) |
- το απροσδόκητο, η ~, ο παραλογισμός κατορθώνουν να γίνουν καθημερινότητα και αλήθεια (Chatzinis) |
- η πλοκή του μυθιστορήματος γεμίζει με αφέλειες, απιθανότητες, αδεξιότητες κλ (Sachinis)
[fr kath απιθανότης ← K, AG]
- improbability, unlikelihood, implausibility (syn το απίθανο, ant πιθανότητα):