Παράλληλη αναζήτηση
3 εγγραφές [1 - 3] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- απείθεια η [apíθia] Ο27 : η ιδιότητα του απειθούς· η ανυπακοή σε, θεσμοθετημένους κυρίως, κανόνες πειθαρχίας. ANT ευπείθεια: ~ στους νόμους. || παράπτωμα υπαλλήλου.
[λόγ. < αρχ. ἀπείθεια]
[Λεξικό Κριαρά]
- απείθεια η· ?απέθεια.
-
- Eλευθερία για δράση:
- (Xρον. Tόκκων 1387).
[αρχ. ουσ. απείθεια. H λ. και σήμ.]
- Eλευθερία για δράση:
[Λεξικό Γεωργακά]
- απείθεια [apíθia] η, (L)
- disobedience, insubordination (syn ανυπακοή 1):
- ~ στις αρχές, στους νόμους |
- είχε καταδικαστεί σε θάνατο από την πατρίδα του για ~ |
- εκεί διδάσκεται η ~ στους γονείς και τόσα άλλα (Delmouzos) |
- η ηγεσία της ρωμαϊκής εκκλησίας στην Iσπανία κρατούσε τη Pώμη σε απόσταση εκδηλώνοντας και ~ σε πολλές περιπτώσεις (Kanellop)
[fr kath απείθεια ← PatrG, K ← AG]
- disobedience, insubordination (syn ανυπακοή 1):