Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ανυποληψία
3 εγγραφές [1 - 3]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ανυποληψία η [anipolipsía] Ο25 : έλλειψη εκτίμησης για το ήθος, για την εντιμότητα ή για τη συνέπεια κάποιου: H εμπιστοσύνη πρέπει να αντικαταστήσει την ~ και τη δυσπιστία που έχουν οι πολίτες για τους δημόσιους άνδρες. || αμφισβήτηση της αξίας και περιφρόνηση με την οποία αντιμετωπίζουμε κτ.: Ο λαϊκός πολιτισμός είχε πέσει σε μεγάλη ~.

[λόγ. < μσν. ανυποληψία < ανυπόληπ(τος) -σία]

[Λεξικό Κριαρά]
ανυποληψία η· ανυποληψά.
  • 1) Έλλειψη υπόληψης, σεβασμού, εκτίμησης:
    • (Σουμμ., Pεμπελ. 168).
  • 2) Πράξη που φέρνει ανυποληψία:
    • (Ch. pop. 46).
  • 3) Eξευτελισμός:
    • τας ανυποληψίας άς τον γέροντα εποίκεν (Πτωχολ. α 907).

[<στερ. αν + ουσ. υπόληψις. H λ. το 13. αι. (LBG) και σήμ.]

[Λεξικό Γεωργακά]
ανυποληψία [anipolipsía] η, (L)
  • ① disreputability, disrepute:
    • η ανυποληψία της χρεοκοπίας |
    • πολιτική ~ |
    • η κοινωνία χαρίζει την ~ και τον έπαινο |
    • η κυβέρνηση αποπνέει ρεύμα ανυποληψίας |
    • η χώρα οδηγήθηκε σε διεθνή ~ |
    • η εργασία είχε πέσει σε ~ work had fallen into disrepute |
    • έριξε το σχέδιό μου σε ~ he discredited my plan |
    • μια πολιτική παράταξη πρέπει να διαγράφει από τις τάξεις της πρόσωπα που την εκθέτουν σε ~ (Palaiologos) |
    • ο χριστιανισμός ανακηρύττοντας τη δύναμη του θεού άπειρη έβγαλε την έννοια του απείρου από την ~ (Papanoutsos)
  • ② lack of esteem (for sth), disrespect (w. προς or για) (ant εκτίμηση, σεβασμός, υπόληψη):
    • ~ προς την επιστήμη, τον λογικά διαρθρωμένο λόγο, την ποίηση, την τέχνη |
    • το κράτος δημιουργεί κλίμα ανυποληψίας στην κοινή γνώμη για τον τύπο |
    • δείχνει μεγάλη ~ προς το τίμιο δώρο της έκφρασης η ασυνείδητη δειγματοληψία από τ' αθάνατα βιβλία (Panagiotop) |
    • όλος ο κόσμος γελούσε με τα απομεινάρια της κυβέρνησης, τόση ήταν η ~ και η αδιαφορία γι' αυτούς (Petsalis)

[fr kath (neol Koumanoudis) ανυποληψία, der of ανυπόληπτος; cf kath αμεροληψία (: αμερόληπτος), ανυποψία (: ανύποπτος) etc]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες