Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Γεωργακά]
- αντιφιλελεύθερος, -η, -ο [andifileléfθeros] (L)
- being against liberalism, antiliberal (ant φιλελεύθερος):
- αντιφιλελεύθεροι δρόμοι |
- αντιφιλελεύθερες τάσεις
[fr kath (neol Koumanoudis) αντιφιλελεύθερος, cpd w. φιλελεύθερος]
- being against liberalism, antiliberal (ant φιλελεύθερος):