Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αντισφαίριση
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
αντισφαίριση η [andisférisi] Ο33 : (αθλ.) αθλητικό παιχνίδι για δύο ή για τέσσερις παίκτες, οι οποίοι χτυπούν διαδοχικά με ρακέτες μια μικρή μπάλα και τη ρίχνουν επάνω από το δίχτυ, που χωρίζει το γήπεδο στη μέση, με τρόπο ώστε ο αντίπαλος να μην μπορεί να τη στείλει πίσω· τένις: Aγώνες / πρωτάθλημα αντισφαίρισης. Επιτραπέζια ~, πιγκ πογκ.

[λόγ. < αρχ. ἀντισφαιρι- (ἀντισφαιρίζω) `παίζω μπάλα με κπ.΄ -σις > -ση]

[Λεξικό Γεωργακά]
αντισφαίριση [andisférisi] η, gen αντισφαίρισης & αντισφαιρίσεως (L)
  • ① tennis (syn τένις):
    • γήπεδο, όμιλος αντισφαιρίσεως |
    • επιτραπέζια ~ table tennis, ping-pong
  • ② fig return, as in tennis:
    • ο αντίλογος μας επαναφέρει στο λόγο κ' εκείνος, με ένα είδος επιδέξιας αντισφαίρισης, πάλι στον αντίλογο (Papanoutsos)

[fr kath (neol) αντισφαίρισις, der of kath αντισφαιρίζω]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες