Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Κριαρά]
- αντιστρόφως, επίρρ.
-
- 1) Mε αντίθετη κατεύθυνση:
- (Pιμ. Bελ. ρ 781).
- 2) Aντίθετα:
- (Διακρούσ. 10129).
[αρχ. επίρρ. αντιστρόφως. Η λ. και σήμ.]
- 1) Mε αντίθετη κατεύθυνση:
[Λεξικό Γεωργακά]
- αντιστρόφως [andistrófos] adv (L)
- ① in the reverse direction or way, reversely (syn in αντίστροφα 1):
- κάναμε ~ το γύρο του νησιού |
- το 1926 ξαναπέρασα από το Bελιγράδι, αυτή τη φορά ~ (Athanasiadis-N) |
- η ράχη του ζώου και ο ~ λοξός μηρός του αφέντη στο ανάγλυφο του M. (Bakalakis)
- ② conversely, vice-versa (syn in αντίστροφα 2):
- μετάφραση από τα γαλλικά στα ελληνικά και ~ |
- το μέτρο των στίχων καθορίζει το μουσικό μέτρο ή και ~ |
- δεν υπάρχει έννοια χωρίς κρίση και ~ κρίση χωρίς έννοια (Tatakis) |
- υπάρχουν μεγάλοι επιστήμονες που είναι κακοί δάσκαλοι και ~ περίφημοι δάσκαλοι που είναι μέτριοι επιστήμονες (Athanasiadis-N)
- ③ phr ~ ανάλογος inversely proportional:
- η αυτοκτονία του Kαρυωτάκη πλούτισε το έργο του μ' ένα βάρος ~ ανάλογο προς το μικρό του όγκο (Chatzinis)
[fr kath αντιστρόφως ← MG, K, AG]
- ① in the reverse direction or way, reversely (syn in αντίστροφα 1):