Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Γεωργακά]
- αντιπροσωπευτικά [andiprosopeftiká] adv (L)
- by representation, representatively:
- στο ελεύθερο κράτος η λαϊκή κυριαρχία εκφράζεται ~ |
- ένα θέμα ~ ελληνικό
[der of αντιπροσωπευτικός]
- by representation, representatively: