Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- αντιπαράθεση η [andiparáθesi] Ο33 : η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του αντιπαραθέτω: Στο συνέδριο έγινε γόνιμη ~ απόψεων και επιχειρημάτων. || ανταγωνισμός: H ~ μεταξύ φατριών. Έντονη / οξεία ~. Nα αποφύγουμε τις αντιπαραθέσεις μέσα στο κόμμα.
[λόγ. < ελνστ. ἀντιπαράθε(σις) -ση]
[Λεξικό Γεωργακά]
- αντιπαράθεση [andiparáθesi] η, (L)
- ① juxtaposition, contrast (syn αντιπαράταξη, near-syn αντίθεση 2):
- αρμονική, στατική, χτυπητή ~ |
- ομάδες σε ~ |
- ~ δίκαιου και άδικου |
- η ~ του υποκειμένου προς τον κόσμο ως αντικείμενο |
- η επανασύνδεση της χώρας με το NATO θα την φέρει σε ~ με τα σοσιαλιστικά κράτη |
- η τέχνη βρίσκεται στην ~ της πλήρους συνειδήσεως και του ασυνείδητου (Mourelos)
- ② comparison (syn αντιπαραβολή 1):
- ~ δύο διαφορετικών θέσεων |
- ~ φιλοσοφίας και επιστήμης |
- η ~ της λογοτεχνίας στην ιστορία |
- ~ των ρεμπέτικων τραγουδιών προς τις αποδεκτές κατηγορίες δημοτικών τραγουδιών |
- η διόρθωση ενός λάθους μπορεί να γίνει μόνο με τη σύγκριση, με την ~ στο λόγιο γλωσσικό φαινόμενο του αντίστοιχου δημοτικού (Delmouzos) |
- γίνεται ~ των συμπερασμάτων της φιλοσοφίας του Παρμενίδη με τα στοιχεία που παρέχουν γι' αυτήν ο Πλάτων και ο Aριστοτέλης (Benakis, adapted)
[fr kath αντιπαράθεσις ← PatrG, K]
- ① juxtaposition, contrast (syn αντιπαράταξη, near-syn αντίθεση 2):