Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Γεωργακά]
- αντιοικονομικότητα [andiikonomikótita] η, (L)
- uneconomicalness:
- η ~ των επιχειρήσεων |
- βρέθηκε τρόπος αντιμετώπισης της αντιοικονομικότητας των ειδικών σκαφών για την καταπολέμηση των πετρελαιοκηλίδων
[fr kath (neol) αντιοικονομικότης, cpd w. οικονομικότης]
- uneconomicalness: