Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Κριαρά]
- αντιμαχία η· αντιμαχιά.
-
- Διαμάχη, ανταγωνισμός:
- το γαρ λογάριν φέρνει σε εις πολλήν αντιμαχίαν (Σπαν. A 623).
[<επίθ. αντίμαχος + κατάλ. ‑ία. H λ. τον 7. αι. (LBG)· πβ. DGE, λ. ‑εία]
- Διαμάχη, ανταγωνισμός:
[Λεξικό Γεωργακά]
- αντιμαχία [andima ía] η, (L)
- opposition, confrontation (syn in αντιδικία 2):
- προσωπική, στυγνή ~ |
- ο αντίλογος κάνει ~ στο λόγο |
- η ~ επιστήμης και μεταφυσικής |
- η ~ των δυνάμεων της ζωής |
- η ~ μεταξύ του Iωάννη του E΄ και του Mατθαίου Kαντακουζηνού |
- μια ~ ανεπαίσθητη, αδιόρατη φαρμάκωνε σιγανά την ατμόσφαιρα του σπιτιού (Karagatsis) |
- σε πρώτη επισκόπηση τα εγκόσμια όντα παρουσιάζονται σε αντιφατική το ένα προς το άλλο ~ (Georgoulis)
[fr MG αντιμαχία, der of αντίμαχος]
- opposition, confrontation (syn in αντιδικία 2):