Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- αντιθάλαμος ο [andiθálamos] Ο19 : (λόγ.) ο προθάλαμος.
[λόγ. αντι- + θάλαμος μτφρδ. ιταλ. anticamera ή μέσω του γαλλ. antichambre (anti- = αντι-)]
[Λεξικό Γεωργακά]
- αντιθάλαμος [andiθálamos] ο,, (L)
- anteroom, antechamber, waiting room, lobby (syn προθάλαμος):
- ο ~ της λέσχης, των ανακτόρων |
- οι αντιθάλαμοι των κυβερνητικών ζυμώσεων |
- αυτοκρατορικοί αντιθάλαμοι |
- άντρες ωχροί περίμεναν στον αντιθάλαμο (Kazantz) |
- όπως οι πελάτες ενός γιατρού, που περιμένουν στον αντιθάλαμο τη σειρά τους (Ouranis) |
- οι χορεύτριες που σταλιάζουν στους αντιθαλάμους των διαφόρων ιμπρεσάριων (id.) |
- η γκαρνταρόμπα και ο ~ συμπλήρωναν τα αυτοκρατορικά διαμερίσματα (Athanasiadis-N) |
- καλλιτεχνικά έργα για τους αντιθαλάμους βασιλικών εταιρών (Tsatsos)
[fr kath (neol Koumanoudis) αντιθάλαμος, cpd w. θάλαμος; calque of Fr antichambre].]
- anteroom, antechamber, waiting room, lobby (syn προθάλαμος):