Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- αντιδήμαρχος ο [andiδímarxos] Ο19 θηλ. αντιδήμαρχος [andiδímarxos] Ο36 : μέλος του δημοτικού συμβουλίου που στην ιεραρχία βρίσκεται αμέσως μετά το δήμαρχο και έχει την εποπτεία ενός συγκεκριμένου τομέα: Ο ~ για την καθαριότητα / για τα πάρκα.
[λόγ. αντι- δήμαρχος· λόγ. θηλ. χωρίς διάκρ. γένους]
[Λεξικό Γεωργακά]
- αντιδήμαρχος [andi∂ímarxos] ο, η, (L)
- deputy mayor, vice-mayor
[fr kath (neol Koumanoudis) αντιδήμαρχος, cpd w. δήμαρχος]