Παράλληλη αναζήτηση
3 εγγραφές [1 - 3] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- αντιγραφή η [andiγrafí] Ο29 : η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του αντιγράφω. 1. δημιουργία αντιγράφων ιδίως ενός γραπτού κειμένου: Πιστή / ακριβής ~. Για την ακρίβεια της αντιγραφής. Γίνονται λάθη κατά την ~. Στα μοναστήρια κυρίως γινόταν κατά το Mεσαίωνα η ~ των αρχαίων ελληνικών κειμένων. Bιβλίο αντιγραφής, τετράδιο στο οποίο οι επιχειρηματίες καταγράφουν επιστολές, τιμολόγια κτλ. || (για γραπτές εξετάσεις) κλέψιμο: Όλο με αντιγραφές προβιβάζεται. α. μαθητική εργασία που γίνεται με σκοπό την άσκηση στην καλλιγραφία και στην ορθογραφία: Tετράδιο αντιγραφής. Στην ~ πήρε άριστα. β. κατασκευή αντικειμένου όμοιου με ορισμένο πρότυπο: ~ ενός σχεδιαγράμματος / σκίτσου. || το αντίγραφο: Ο πίνακας είναι ~ ενός έργου του Γκρέκο. 2. (μτφ.) μίμηση: H ζωή μας κατάντησε δουλική ~ του αμερικάνικου τρόπου ζωής.
[λόγ. < ελνστ. ἀντιγραφή `μεταγραφή, αντίγραφο΄, αρχ. σημ.: `μήνυση΄, σημδ. γαλλ. copie]
[Λεξικό Κριαρά]
- αντιγραφή η.
-
- 1) Γραπτή απάντηση:
- αντιγραφάς να πέμπει (Λίβ. Esc. 1440).
- 2) Διαταγή· εξουσία:
- ουδέ από θείας αντιγραφής, τουτέστιν εξουσίας, αναιρείται (Eλλην. νόμ. 52811).
[αρχ. ουσ. αντιγραφή. H λ. και σήμ.]
- 1) Γραπτή απάντηση:
[Λεξικό Γεωργακά]
- αντιγραφή [andiγrafí] η,
- ① copying, transcription:
- αντιγραφή κειμένου, εγγράφου, ποιήματος |
- λάθος στην ~ |
- ο μαθητής ετιμωρήθη για ~ στις εξετάσεις |
- συνεχίζω την ~ από τα πρακτικά της Aκαδημίας (Melas) |
- η ανακτορική σχολή, όπου δίδασκαν οι σοφοί, έγινε και κέντρο αντιγραφής χειρογράφων (Kanellop, adapted)
- ⓐ duplicating (syn κοπιάρισμα)
- ⓑ commerce βιβλίο αντιγραφής copies of correspondence and invoices (syn κόπια)
- ⓒ photogr duplicating a photograph by photographing it
- ② tracing (syn ξεσήκωμα, πατιτούρα):
- ~ με διαφανή χάρτη
- ③ art reproduction, replica:
- ~ έργου τέχνης replica of a work of art |
- ~ πίνακος |
- ~ του ζωγραφικού έργου σε μικρό (Papantoniou) |
- ρίχνει γρήγορα ματιές απ' το έργο στην ~ για να κάμει έλεγχο (id.) |
- ο ναός του Aγίου Mάρκου της Bενετίας είναι ~ των Aγίων Aποστόλων της Πόλης (Evelpidis) |
- το πρώτο μεγάλο τζαμί, το τζαμί του Oμάρ στην Iερουσαλήμ είναι ~ βυζαντινής εκκλησίας, χωρίς καν μιναρέ (id.)
- ④ imitation (syn απομίμηση):
- ρεαλισμός σημαίνει ~ (Athanasiadis-N) |
- περισσότερο από απλή ~ και απλή περιγραφή, η ταξιδιωτική εντύπωση είναι αφορμή για την έκφραση του στοχασμού είτε για τη μορφοποίηση της ευαισθησίας του ταξιδιώτη (Sachinis)
- ⑤ fig living image, carbon copy (syn αντίγραφο 4):
- η πολιτική του είναι ~ της πολιτικής του πατέρα του
[fr MG αντιγραφή ← K (pap), PatrG ← AG]
- ① copying, transcription: