Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αντιβασιλιάς
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
αντιβασιλιάς ο [andivasilás] Ο1 & αντιβασιλέας ο [andivasiléas] Ο21 θηλ. αντιβασίλισσα [andivasílisa] Ο27 : 1.αυτός που ασκεί την αντιβασιλεία, ιδίως όταν πρόκειται για ένα πρόσωπο. 2. (ιστ.) τίτλος του ανώτατου διοικητή που διοριζόταν από ορισμένους Ευρωπαίους βασιλιάδες σε ορισμένες επαρχίες ή κτήσεις: Ο Άγγλος ~ των Iνδιών.

[λόγ. < ελνστ. ἀντιβασιλεύς, αιτ. -έα και μεταπλ. για προσαρμ. στη δημοτ. κατά το βασιλεύς > βασιλιάς· λόγ. αντιβασιλ(εύς) -ισσα κατά το σχ.: βασιλεύς - βασίλισσα]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες