Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αντιασφυξιογόνος -ος -ο
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
αντιασφυξιογόνος -α / -ος -ο [andiasfiksioγónos] Ε14 : που έχει σχέση με την προστασία από τα ασφυξιογόνα αέρια: Aντιασφυξιογόνες μάσκες.

[λόγ. αντι- + ασφυξιογόνος μτφρδ. γαλλ. antiasphyxiant (anti- = αντι-)]

[Λεξικό Γεωργακά]
αντιασφυξιογόνος, -ος, -ο [andiasfiksioγónos] (L) milit, med etc (L)
  • protecting fr asphyxia, gas, or noxious air, anti-gas:
    • ~ μάσκα or προσωπίδα gas mask |
    • ~ αναπνευστική συσκευή anti-gas respirator |
    • έρχονταν οι νοσοκόμες με μάσκες αντιασφυξιογόνες κι αντιμικροβιακές (Evelpidis) |
    • οι αντιασφυξιογόνες μάσκες οι τραγικές κάνουν την εμφάνισή τους, άγριες, μυστηριώδεις, χτηνώδεις (Kazantz) |
    • poem πελώρια αυτοκίνητα περνούν ολοταχώς ..| φορτωμένα κουλούρες συρματόπλεγμα και αντιασφυξιογόνες μάσκες (Ritsos)

[fr kath αντιασφυξιογόνος, cpd w. ασφυξιογόνος]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες