Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- αντεπιχείρημα το [andepixírima] Ο49 : επιχείρημα που αντικρούει άλλο: Tο αντεπιχείρημά του δεν ήταν ούτε αρκετά ισχυρό ούτε εύστοχο για να κλονίσει τη δική μας επιχειρηματολογία.
[λόγ. αντ(ι)- επιχείρημα μτφρδ. αγγλ. counterargument ή γαλλ. argument contraire]
[Λεξικό Γεωργακά]
- αντεπιχείρημα [andepi írima] το, (L)
- counter-argument (ant επιχείρημα):
- αβάσιμο, ενδεχόμενο, κύριο ~ |
- μέσα σε κάθε επιχείρημα βρίσκεται ολόσωμο και το ~ (Panagiotop) |
- ανασκευή του αντεπιχειρήματος |
- αξία των αντεπιχειρημάτων τους |
- το δικό μας ~ ήταν ότι κλ |
- στα επιχειρήματα του Bασίλη οι κινηματίες είχαν αντεπιχειρήματα (Karagatsis) |
- δεν άφηναν το βασιλέα να ιδεί ότι διακύβευε το θρόνο του τα επίμονα και παραπειστικά αντεπιχειρήματα που ανέπτυσσαν οι σύμβουλοι του παρασκηνίου (Roussos) |
- απέκρουε τα επιχειρήματα του νέου με αντεπιχειρήματα δικά της, εύστροφα και πειστικά (id.) |
- σε καμιά ίσως άλλη εποχή της ιστορίας ο λόγος δεν συναπαντούσε τόσο άμεσο και τόσο κατηγορηματικό τον αντίλογο, το επιχείρημα το ~, η θέση την άρση κλ (Panagiotop) |
- το ~ των υπερασπιστών της γλώσσας του συντηρητικού λογιωτατισμού ήτανε πως η μίμηση της γλωσσικής μορφής των Aττικών θα επιβεβαίωνε την αρχαιοελληνική καταγωγή μας (Peponis)
[fr kath αντεπιχείρημα (neol Koumanoudis), cpd w. επιχείρημα; cf K ἀντεπιχείρησις 'opposing argument' and τα ἀντεπιχειρούμενα 'counter-arguments']
- counter-argument (ant επιχείρημα):