Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αντενοκάταρτο
1 εγγραφή
[Λεξικό Γεωργακά]
αντενοκάταρτο [andenokátarto] το, naut
  • ricker, spar (syn kath ιστοκεραία, σφηνίσκος):
    • folks. κ' έχεις κι αντενοκάταρτα χρυσά, μαλαματένια (DPetrop)

[cpd w. κατάρτι]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες