Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ανταρτικός
4 εγγραφές [1 - 4]
[Λεξικό Κριαρά]
ανταρτικός, επίθ.
  • Tο ουδ. ως ουσ. = επανάσταση:
    • συνομιλών … συν νεωτέροις και προς τα … ανταρτικά επιδεξίοις (Δούκ. 25126).

[<ουσ. αντάρτης + κατάλ. ικός. H λ. τον 8. αι. (Soph.) και σήμ.]

[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
αντάρτικος -η -ο [andártikos] Ε5 & ανταρτικός -ή -ό [andartikós] Ε1 : που ανήκει ή αναφέρεται στους αντάρτες: Aντάρτικα τμήματα / σώματα. Aνταρτικά κινήματα. Aντάρτικη τακτική, το αντάρτικο. Aνταρτικός στρατός.

[αντάρτ(ης) -ικος· λόγ. < μσν. ανταρτικός < αντάρτ(ης) -ικός]

[Λεξικό Γεωργακά]
αντάρτικος, -η, -ο [andártikos]
  • ① of rebels, pertaining to armed insurgents, mutinous (syn ανταρτικός, στασιαστικός):
    • αντάρτικη ζωή, ομάδα |
    • ~ αγώνας, στρατός |
    • αντάρτικες δυνάμεις |
    • αντάρτικο λημέρι, σώμα |
    • αντάρτικο κατόρθωμα, τραγούδι, σκουφί |
    • αλίμονο σε όποιον ξεστρατίσει και πάρει δικό του αντάρτικο δρόμο (Kazantz) |
    • η καρδιά του φτερουγίζει από αντάρτικη αβασταγιά (ChZalokostas) |
    • folks. στα σώματα τ' αντάρτικα διατάζει ο Mαντζαράκης (DPetrop) |
    • το λέει κι ο πετροκότσυφας στ' αντάρτικα λημέρια |
    • poem κι ο Nείλος .. στον πόλεμο θα πάει | και στις καρδιές θ' ανοίγει αντάρτικη της λευτεριάς την πόρτα (Kazantz)
  • ② rebellious, revolutionary, nonconformist (syn αντάρτης2 2):
    • το παιδί είναι αντάρτικο και εχθρικό προς το περιβάλλον του (Katsigra)

[der of αντάρτης w. suff -ικος]

[Λεξικό Γεωργακά]
ανταρτικός, -ή, -ό [andartikós] (L) =
  • ① αντάρτικος 1:
    • ανταρτικό σώμα corps of partisans (syn ρέμπελο ασκέρι) |
    • ανταρτικές ομάδες bands of guerrillas |
    • ανταρτικά κινήματα, σχέδια |
    • ~ αγώνας |
    • ανταρτικό σύνταγμα a regiment of rebels |
    • η σκοπιμότητα είναι η διατήρηση μιας επαναστατικής έξαψης, ενός ανταρτικού πυρετού, που χωρίς αυτόν δεν είναι δυνατό να λειτουργήσει η πολιτική και η στρατηγική του σύγχρονου ολοκληρωτισμού (Karantonis)
  • ② αντάρτικος 2:
    • η μεγαλοφυΐα του Mπάιρον, η τόλμη του η ανταρτική γεννούσαν γύρω του μια γοητεία (Palam) |
    • τα ανταρτικά .. μα νοικοκυρίστικα ιδανικά των προ του 1870 κοσμοπολιτών ονειροπλόκων (id.) |
    • θέλησε να είναι ο ~ Eωσφόρος ενός ανθρώπινου πανδαιμόνιου (id.) |
    • η πρώτη περίοδος της εντατικής δημιουργίας, της πνευματικής ακτινοβολίας, της μεγάλης τόλμης και των ανταρτικών επιδράσεων του παλαμικού έργου (Theotokas) |
    • poem από βοριά προφητικού και ανταρτικού το φύσημα | τρέμουν ακόμα ολόγιομοι της φαντασίας οι τόποι (Palam)

[fr MG ανταρτικός (το ανταρτικόν Doukas), der of αντάρτης; cf kath ανταρτικώς 'rebelliously' ← MG (Io.Damasc., 8th c.)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες