Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ανταπαντώ [andapandó] & -άω Ρ10.1α : απαντώ σε άλλη απάντηση.
[λόγ. αντ(ι)- απαντώ]
[Λεξικό Γεωργακά]
- ανταπαντώ [andapandó] ανταπαντάς, aor ανταπάντησα & ανταπήντησα (L)
- reply in return, rejoin, retort:
- του απάντησαν σοβαρότατα, τους ανταπάντησε (Xenop) |
- μου απάντησε Quelle modestie! και της ανταπάντησα απομέσα μου "την κακή σου την ψυχρή!" (Palam) |
- όταν χτυπάν τα δειλινά οι καμπάνες της πολιτείας, οι καμπάνες του λόφου ανταπαντάνε |
- νταν νταν νταν! (Ouranis) |
- ο Έρασμος ανταπάντησε στον Λούθηρο με δυο διατριβές που φέρουν τον τίτλο Hyperaspistes (Kanellop) |
- στο υβριστικό φυλλάδιο του Πφέφερκον "Kαθρέφτης του χεριού" ανταπάντησε ο Pόυχλιν στο 1511 με τον Kαθρέφτη των ματιών (Augenspiegel) (id.) |
- στην εξουσία, στο συνταγματάρχη .. του 'κλεισε το μάτι. H εξουσία ανταπήντησε κλείνοντας ομοίως |
- - Eν τάξει! (Venezis)
[fr kath (neol Koumanoudis) ανταπαντώ, cpd w. απαντώ]
- reply in return, rejoin, retort: