Παράλληλη αναζήτηση
3 εγγραφές [1 - 3] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- αντανακλώ [andanakló] -ώμαι Ρ10.8 : 1.προκαλώ αντανάκλαση: H επιφάνεια του νερού που ηρεμεί αντανακλά το φως. || (παθ.) παθαίνω αντανάκλαση: Ένα μέρος του ηλιακού φωτός που πέφτει στη Σελήνη αντανακλάται στη γη. 2. (μτφ.) α. (συνήθ. παθ.) έχω έμμεση επίδραση: H συμπεριφορά του αντανακλάται σ΄ όλη την οικογένειά του. β. εκφράζω έμμεσα, απηχώ: Tο ύφος του βιβλίου αντανακλά τις αντιλήψεις του συγγραφέα για την κριτική.
[λόγ.: 1: ελνστ. ἀντανακλῶ· 2: σημδ. αγγλ. reflect]
[Λεξικό Γεωργακά]
- αντανακλώ [andanakló] &, ντανακλάω, αντανακλάς, αντανακλά & αντανακλάει, 3pl αντανακλούν (Karyotakis αντανακλάνε), ipf αντανακλούσα, prp αντανακλώντας, aor 3pl αντανάκλασαν (Thrylos), mediop αντανακλώμαι, 3sg αντανακλάται, 3pl αντανακλώνται & αντανακλούνται, aor 3sg ανταν
- ① reflect, mirror (syn αντικατοπτρίζω L, καθρεφτίζω, αντιφεγγίζω):
- ο καθρέφτης αντανακλούσε το μεγάλο δωμάτιο |
- σε στρογγυλό καθρέφτη πάνω από το τζάκι αντανακλάται μικροσκοπικό το εσωτερικό του δωματίου (Venezis, adapted) |
- ο χώρος αντανακλούσε το φως |
- η θάλασσα αντανακλά τις τελευταίες ακτίνες του ηλίου |
- η θάλασσα αντανακλά ακόμα τα κόκκινα φώτα της δύσης (Karantonis) |
- το βράδυ τα φώτα ―της εκκλησίας― της Mεγαλόχαρης αντανακλώνται πάνω στην κατάλευκη γραφική πόλη (Varelas) |
- οι κορυφές της Zίριας (Kυλλήνης) αντανακλώνται στον υδάτινο καθρέφτη (id.) |
- οι χρυσές ψηφίδες έχουν διάφορες κλίσεις και αντανακλούν το φως (Michelis) |
- poem μες στο νερό μυριόχρωμα τα φώτα αντανακλάνε (Karyotakis)
- ⓐ reflect, reverberate, of sound (syn αντηχώ):
- ο ήχος αντανακλάται |
- η φωνή του αντανακλάστηκε στο θόλο και γέμισε το χώρο ολόκληρο (ASchinas)
- ② fig reflect, have repercussions, influence, reflect on:
- αυτό αντανακλά μια μεταβολή |
- τα πρόσωπά τους αντανακλούσαν τη χαρά της άνοιξης |
- η χαρά αντανακλά στο πρόσωπό σου |
- η ευτυχία του ζευγαριού αντανακλούσε και στους γύρω (Petsalis) |
- τα μάτια του αντανακλούσαν καλοσύνη |
- είδα να αντανακλά στην όψη του κάποια δύναμη και μου φάνηκε σαν δαιμονισμός (Theotokas) |
- η διαγωγή σου αντανακλά σ' όλη την οικογένεια |
- το πράγμα αντανακλάται στο έργο του |
- τρεις βασικοί τρόποι αντανακλούνται στο έργο τους (Dizikirikis) |
- διά της αρετής η ψυχή αντανακλά το αρχέτυπο κάλλος (KKavarnos) |
- η τόλμη του χωρίς παραχωρήσεις αντανακλά το πιο φιλελεύθερο πνεύμα της εποχής του (Argyriou) |
- η ανάγκη του καλλιτέχνη να φτιάξει ένα έργο αντανακλά συναισθηματικές καταστάσεις (Mourelos) |
- όσα είπαμε για τον Pονσάρ αντανακλούν κατά κάποιον τρόπο λίγο ή πολύ και σ' άλλους (Kanellop) |
- στους συγχρόνους κατοίκους της Kρήτης αντανακλάται όλο το παρελθόν (Poulianos, adapted) |
- το πνεύμα της φιλοσοφίας αντανακλά και στην τέχνη και της δίνει κίνηση και βάθος (Theodorakop) |
- η ενότης του έργου τέχνης εξαρτάται από την ιδέα που αντανακλά (Michelis) |
- τα μέρη που πέρασα αντανάκλασαν κι αφομοίωσαν έναν πολιτισμό που έπλασαν άλλοι (Thrylos) |
- poem ίαμβοι τους ερωτικούς αντανακλούν σπασμούς (Ritsos)
[fr kath αντανακλώ ← K ἀντανακλῶ (-άω), cpd w. ἀνακλῶ]
- ① reflect, mirror (syn αντικατοπτρίζω L, καθρεφτίζω, αντιφεγγίζω):
[Λεξικό Γεωργακά]
- αντανακλών πρίσμα [andanaklón prίzma] το, (L) phys
- reflecting prism (syn ανακλαστικό πρίσμα)
[prp of αντανακλώ]