Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- αντίφαση η [andífasi] Ο33 : α.αντίθεση, έλλειψη συμφωνίας ανάμεσα σε δύο απόψεις που έχει υποστηρίξει το ίδιο πρόσωπο: Ο κατηγορούμενος έπεσε σε αντιφάσεις και αναγκάστηκε να ομολογήσει. Yπάρχουν αντιφάσεις ανάμεσα στις δύο καταθέσεις του μάρτυρα. || ~ ανάμεσα στα λόγια και στις πράξεις, ασυνέπεια. Είναι άνθρωπος γεμάτος αντιφάσεις και εσωτερικές συγκρούσεις. || H ζωή / η κοινωνία είναι γεμάτη αντιφάσεις, για καταστάσεις ή δεδομένα από τα οποία το ένα αναιρεί το άλλο. β. (λογ.) αρχή / νόμος της αντιφάσεως, σχέση ανάμεσα σε δύο έννοιες ή κρίσεις από τις οποίες η μία αποκλείει την άλλη.
[λόγ. < αρχ. ἀντίφα(σις) -ση]
[Λεξικό Γεωργακά]
- αντίφαση [andífasi] η, gen αντίφασης & αντιφάσεως, pl αντιφάσεις (L)
- ① logic contradiction:
- αρχή, νόμος της αντιφάσεως
- ② antinomy, inconsistency (syn αντινομία 1, ασυνέπεια):
- εσωτερική, ουσιαστική, τραγική ~ |
- οι αντιφάσεις του τοπίου της Aττικής |
- ~ ανάμεσα στη φιλοσοφία και στη λογική |
- οι οικονομικές αντιφάσεις και αντινομίες στην κοιλάδα του Nείλου |
- ο τάδε πλέει στις αντιφάσεις |
- ο δείνα κατηγόρησε την κυβέρνηση για ασυνέπεια και ~ |
- κανόνας δικαίου χωρίς εξαναγκασμό είναι ~ |
- ο χαρακτήρας της αντίφασης μιας αντινομίας δεν αίρεται ποτέ ολοκληρωτικά (Lambridi) |
- η ~ είναι η αυτοκατάλυση της λογικής σκέψης και έκφρασης (Papanoutsos) |
- οι γνώμες των ανθρώπων για τη θεότητα είναι γεμάτες σύγχυση και ~ (Kazantz)
- ⓐ phr σε ~ προς or με at variance with, in contradiction to:
- σε ~ προς τον εαυτό μου |
- η βίωση και η γνώση κρατήθηκαν ως τώρα σε ~ αναμεταξύ τους (Theodorakop) |
- σε πολλούς καλλιτέχνες το έργο τους είναι σε πλήρη ~ με την κοινωνική πρακτική τους (Dizikirikis)
- ③ phys phase opposition (when the phase angle equals 180)
[fr kath αντίφασις ← LK (3rd c. AD) ← K (3rd c. BC) ← AG]
- ① logic contradiction: