Παράλληλη αναζήτηση
3 εγγραφές [1 - 3] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- αντίπασχα το [andípasxa] Ο (άκλ.) : η πρώτη Kυριακή μετά το Πάσχα, η Kυριακή του Θωμά.
[μσν. αντίπασχα < αντι- Πάσχα]
[Λεξικό Κριαρά]
- αντίπασχα το.
-
- (Εκκλ.) η πρώτη Kυριακή μετά το Πάσχα, η Kυριακή του Θωμά ή η εβδομάδα που ακολουθεί την εβδομάδα του Πάσχα:
- (Gesprächb. 1208).
[<πρόθ. αντί + ουσ. Πάσχα. H λ. τον 6. αι. και σήμ.]
- (Εκκλ.) η πρώτη Kυριακή μετά το Πάσχα, η Kυριακή του Θωμά ή η εβδομάδα που ακολουθεί την εβδομάδα του Πάσχα:
[Λεξικό Γεωργακά]
- αντίπασχα [andípasxa] το,
- Sunday after Easter, Low Sunday, Antipascha (syn αντίλαμπρο, Kυριακή του Θωμά):
- Kυριακή του Aντίπασχα
[fr MG αντίπασχα ← PatrG (6th c. AD)]
- Sunday after Easter, Low Sunday, Antipascha (syn αντίλαμπρο, Kυριακή του Θωμά):