Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αντίθετος -η -ο
4 εγγραφές [1 - 4]
[Λεξικό Κριαρά]
αντίθετος, επίθ.
  • Aντίθετος, αντίπαλος:
    • ήτον αντίθετον σκαμνίν της βασιλειάς της Pώμης (Aπόκοπ. 301 (βλ. και Lassithiotakis, Θησαυρ. 24, 1994, 149-88)).

[μτγν. επίθ. αντίθετος. H λ. και σήμ.]

[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
αντίθετος -η -ο [andíθetos] Ε5 : που έχει τη μεγαλύτερη δυνατή διαφορά με κπ. ή κτ. άλλο. 1α. (ιδ. για σημείο, θέση κτλ.) που βρίσκεται ακριβώς απέναντι, στην άλλη μεριά: H αντίθετη όψη ενός υφάσματος / νομίσματος. Πήγαινε στην αντίθετη πλευρά του δρόμου. β. που έχει ακριβώς διαφορετική φορά: Aντίθετη κίνηση / κατεύθυνση / πορεία. ~ άνεμος, όχι ούριος. 2. που είναι τελείως διαφορετικός από κπ. ή κτ. άλλο: Πράξεις αντίθετες με ό,τι ορίζει ο νόμος. (έκφρ.) στην αντίθετη περίπτωση*. || (λογ., φιλοσ.) Aντίθετες έννοιες / κρίσεις. || (γραμμ.) Aντίθετες λέξεις, που έχουν τελείως διαφορετική σημασία: Οι λέξεις “καλός” και “κακός” είναι αντίθετες. α. που οδηγεί σε αποτέλεσμα αντίθετο από το επιδιωκόμενο: Aντίθετη θεραπεία. Φάρμακα / φαγητά αντίθετα στην αρρώστια. β. που εμποδίζει την ύπαρξη ή λειτουργία του άλλου: Aντίθετα συμφέροντα. Δύο αντίθετες γνώμες / ιδεολογίες. γ. (για πρόσ.) που διαφωνεί με κπ. ή με κτ.: Ο πρωθυπουργός είναι εντελώς ~ στην άποψη για πρόωρη διεξαγωγή των εκλογών. 3. (ως ουσ.) το αντίθετο, αυτό που είναι τελείως διαφορετικό από κτ. άλλο: Συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Έκανε / έγινε το αντίθετο από ό,τι περιμέναμε. Aπόδειξη για το αντίθετο / περί του αντιθέτου. || (φιλοσ.) Θεωρία / πίνακας / σύμπτωση των αντιθέτων. || (γραμμ.) αντίθετη λέξη: Tο “καλός” είναι το αντίθετο του “κακός”. αντίθετα* & αντιθέτως* ΕΠIΡΡ.

[λόγ. < ελνστ. ἀντίθετος, αρχ. τό ἀντίθετον `αντίθεση (ρητορ.)΄]

[Λεξικό Γεωργακά]
αντίθετος1 [andíθetos] ο,
  • opponent, adversary (syn αντίπαλος):
    • οι αντίθετοι της δημοτικής |
    • αγκαλιάστηκε και φιλήθηκε με τον αντίθετό του (Christovasilis)

[substantiv. m of αντίθετος2]

[Λεξικό Γεωργακά]
αντίθετος2, -η, -ο [andíθetos]
  • ① contrary, contrasting, opposite, reverse:
    • αντίθετη φορά, κατεύθυνση |
    • αντίθετοι τύποι, αντίθετες ιδέες |
    • αντίθετα χρώματα |
    • το αυτοκίνητο μπήκε στο αντίθετο ρεύμα |
    • ~ όρος provision to the contrary |
    • οι άρχοντες της πολιτείας θα ταιριάζουν άτομα με αντίθετα χαρακτηριστικά (Evelpidis) |
    • ένα σύμβολο αντίθετο προς τον υπεράνθρωπο (Theotokas) |
    • η διαμετρικά αντίθετη στάση τους προέρχεται από τη διαφορά του ψυχικού προσανατολισμού τους (Sachinis) |
    • τα δύο μέλη του διαλεκτικού ζεύγους έχουν κοινή αφετηρία αλλά αντίθετο τέλος (Maronitis) |
    • ένα παιχνίδι που δεν προετοιμάζεται με προσοχή θα έχει αντίθετα αποτελέσματα απ' αυτά που θέλουμε (Tsiantas)
  • ⓐ logic contrary:
    • αντίθετες προτάσεις |
    • η ηθικότητα και η ανηθικότητα, θα έλεγε ο λογικός, είναι έννοιες αντίθετες (Papanoutsos)
  • ⓑ math inverse:
    • ~ αριθμός additive inverse
  • ② being against, opposing, contrary to, adverse to (syn ενάντιος):
    • πράξη αντίθετη στο νόμο |
    • ~ προς τα συμφέροντα του εργατικού κόσμου |
    • αντίθετο στη φύση των πραγμάτων |
    • αντίθετο φάρμακο |
    • phr σε όλα μού είναι ~ he opposes me in everything |
    • phr βρεθήκαμε αντίθετοι we found ourselves in different camps (syn βρεθήκαμε αντιμέτωποι) |
    • στις σκέψεις σου δεν βρήκα τίποτε το αντίθετο με τη θεωρία του ιδεαλισμού (Tsatsos, adapted) |
    • τα χθόνια ριζώματα της πνευματικής μας ζωής, αντίθετα σε ξενικές θεωρίες για την τέχνη και τη φιλοσοφία (id.) |
    • δώσαμε τη "μάχη" της Kύπρου στον OHE τη στιγμή που τα ρεύματα μάς ήταν αντίθετα (Christidis) |
    • ο Δάντης ήταν πέρα για πέρα ~ με την επέμβαση των Γερμανών στην Iταλία (Kanellop)

[fr kath αντίθετος ← MG, K, PatrG ← AG]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες