Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ανοσμία
1 εγγραφή
[Λεξικό Γεωργακά]
ανοσμία [anozmía] η, (L) med
  • absence of the sense of smell, anosmia

[fr ανοσμία (Diocles med., 4th or 3rd c. BC), der of AG, K ἄνοσμος 'without smell']

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες