Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ανομοιομορφία η [anomiomorfía] Ο25 : η ιδιότητα του ανομοιόμορφου. ANT ομοιομορφία.
[λόγ. αν- (δες α- 1) ομοιομορφία]
[Λεξικό Γεωργακά]
- ανομοιομορφία [anomiomorfía] η, (L)
- lack of uniformity, dissimilarity (ant ομοιομορφία):
- ~υλικού lack of uniformity in the material |
- διάφορες μικρές ανωμαλίες και ανομοιομορφίες παρατηρούνται στην κάτοψη του κτιρίου (Tsitouridou) |
- ~των βάσεων, του ύψους των κορμών των κιόνων και των κιονοκράνων (Bakirtzis) |
- γλωσσική ~ του έργου (Dimaras) |
- η ~ θερμάνσεως της γης είναι πολύ μεγάλη (KPikros) |
- ~ και σύγχυση προκαλεί κάποτε η ανάμιξη θεματικής και ιδεολογικής φόρτισης και χροιάς (GKechagioglou) |
- αν ο κάθε συνεργάτης γράφει αφήνοντας τον εαυτό του ελεύθερο και την έκφρασή του αδέσμευτη .., κατ' ανάγκη θα υπάρχει ~ και ανομοιογένεια στις κρίσεις (Papatsonis)
[fr kath (neol Koumanoudis) ανομοιομορφία, der of ανομοιόμορφος]
- lack of uniformity, dissimilarity (ant ομοιομορφία):