Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ανθρωπογνωσία η [anθropoγnosía] Ο25 : η επιστημονική μελέτη που έχει ως αντικείμενο τον άνθρωπο και αποσκοπεί στην απόκτηση γνώσεων σχετικών με τις ψυχικές ιδιότητες και με το χαρακτήρα του.
[λόγ. < γαλλ. anthropognosie < anthropo- = ανθρωπο- + -gnosie = -γνωσία]
[Λεξικό Γεωργακά]
- ανθρωπογνωσία [anθropoγnosía] η, (L)
- knowledge of man, understanding of man:
- η επιστήμη της ανθρωπογνωσίας |
- το συμπέρασμά μας θα εκφράζει στο βάθος μιαν ~ (Tatakis) |
- με τη χριστιανική μεταφυσική για πρώτη φορά ολοκληρώνεται η ~ (id.) |
- είχε παραμεληθεί ο κύριος σκοπός της ιστορίας, η ~ (Vacalop)
[fr kath (neol, Koumanoudis) ανθρωπογνωσία, der w. -γνωσία (γνώσις)]
- knowledge of man, understanding of man: