Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ανθοφορία η [anθoforía] Ο25 : η άνθηση και η εποχή της άνθησης των φυτών.
[λόγ. < ελνστ. ἀνθοφορία]
[Λεξικό Γεωργακά]
- ανθοφορία [anθoforía] η, (L)
- bloom, blossoming, flowering (syn in άνθιση 1):
- η ~ της αμυγδαλιάς, της λεμονιάς, της ροδακινιάς κλ |
- η μεγάλη ~ της τριανταφυλλιάς γίνεται την άνοιξη |
- από παντού ξεχυνόταν μια ορμητική ~ (Myriv) |
- οι πορτοκαλιές και οι λεμονιές μοσχοβολούν την εποχή της ανθοφορίας (Vacalop) |
- θαυμάσια είναι τα λουλούδια του λωτού την εποχή της ανθοφορίας (Panagiotop) |
- τα αναθήματα γίνονταν για την ευόδωση της ανθοφορίας και καρποφορίας των δέντρων (Papachatzis) |
- δοκιμάζομε μια πρόκληση με το πρασίνισμα και με την ~ των οπωροφόρων (Fteris) |
- poem φτερά πράσινα κόκκινα, της άνοιξης ανθοφορίες (Dimakis)
- ⓐ fig flowering, flourishing, success, prosperity (syn in ανθηρότητα 2b):
- καλλιτεχνική, πνευματική, ποιητική ~ |
- δεν είχαμε λόγο να περιμένουμε μία ξαφνική ~, ύστερα από την μετρημένη ως σήμερα παραγωγή του (Dimaras) |
- στο έργο του N. υπάρχει η ανάπτυξη και η ~ μιας τέχνης ουσιαστικά λαϊκής (Theodorakis)
[fr kath ανθοφορία ← PatrG]
- bloom, blossoming, flowering (syn in άνθιση 1):