Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ανθολογία η [anθolojía] Ο25 : η συλλογή ποιητικών ή πεζών κειμένων (ή και αποσπασμάτων), με κάποια κριτήρια (ποιότητα, αντιπροσωπευτικότητα κ.ά.): ~ νεοελληνικής / αφρικανικής ποίησης. Παγκόσμια ~ πεζογραφίας. α. Aνθολογία, βιβλίο με ανάλογο περιεχόμενο: ~ Παλατινή / Πλανούδη. β. κάθε συλλογή με παρόμοιο υλικό: Mουσική / κινηματογραφική ~.
[λόγ. < ελνστ. ἀνθολογία `μάζεμα λουλουδιών΄ σημδ. νλατ. anthologia (< ελνστ. ἀνθολογία, κατά τη σημ. της λ. ανθολόγιον)]
[Λεξικό Γεωργακά]
- ανθολογία [anθoloyía] η, (L)
- anthology, florilegium (syn ανθολόγιο):
- ~ διηγημάτων, ποιημάτων |
- κάνει ανθολογίες του έργου του |
- μου είχε γυρέψει να της δανείσω μιαν ~ (Xenop) |
- οι ανθολογίες απευθύνονται είτε στους πολύ βιαστικούς είτε και σε κείνους, που ποθούν, παράλληλα στ' ακέρια έργα, να κατέχουν και μια συναγωγή εξαιρετικά αποσπάσματα, για την άμεση χρήση τους (Panagiotop) |
- ο Π. ίσως κινδυνεύσει να μείνει τελικά ένας συγγραφέας ανθολογίας και σπουδαστηρίου (Chatzinis) |
- η σημαντικότερη πράξη του ήταν η έκδοση της ανθολογίας του αγγλικών τραγουδιών και σονέτων των τελευταίων δεκαετιών (Kanellop) |
- μνημονεύει σκέψεις και γνώμες που είχαν εκλαϊκευθεί ή από την παράδοση ή από ανθολογίες που είχαν συνταχθεί για σχολική χρήση (Stasinop)
[fr kath ανθολογία ← K ἀνθολογία 'gathering of flowers', der of ἀνθολόγος]
- anthology, florilegium (syn ανθολόγιο):