Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Γεωργακά]
- ανθελληνισμός [anθelinizmós] ο, (L)
- anti-Hellenism (ant φιλελληνισμός):
- ο ~ του Aυγουστίνου είναι κι αυτός ελληνικός γιατί ο Eυρωπαίος προϋποθέτει και στις πιο ακραίες ρομαντικές οδοιπορίες του το ελληνικό φως, την κλασική βούληση (Kanellop) |
- ο αντισολωμισμός ήταν τότε της μόδας στην Eλλάδα, όπως πριν ο αντιπαλαμισμός και όπως πάντοτε ο ~ (Athanasiadis-N)
[fr kath (neol, Koumanoudis) ανθελληνισμός, der of ανθελληνίζω (: ανθέλλην)]
- anti-Hellenism (ant φιλελληνισμός):