Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ανθέλληνας ο [anθélinas] Ο5 : χαρακτηρισμός για κπ. (Έλληνα ή ξένο) που διάκειται ή που ενεργεί εχθρικά προς τους Έλληνες, που βλάπτει τα συμφέροντά τους. ANT φιλέλληνας.
[λόγ. ανθ- (δες αντι-) + Έλλην > Έλληνας]
[Λεξικό Γεωργακά]
- ανθέλληνας [anθélinas] ο, (L)
- one militating against the Greeks, anti-Greek person (near-syn μισέλληνας):
- όλο και πληθαίνουν τελευταία οι ανθέλληνες
[fr kath ανθέλλην, cpd of pref αντ(ι)- & Έλλην; cf αντικομμουνιστής]
- one militating against the Greeks, anti-Greek person (near-syn μισέλληνας):