Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ανευθυνότητα η [anefθinótita] Ο28 : η ιδιότητα του ανεύθυνου, η έλλειψη υπευθυνότητας: H ~ των αρμοδίων προκαλεί αγανάκτηση. Ο χειρισμός του θέματος χαρακτηρίζεται από πλήρη ~.
[λόγ. ανεύθυν(ος) -ότης > -ότητα]
[Λεξικό Γεωργακά]
- ανευθυνότητα [anefθinótita] η, (L)
- ① = το ανεύθυνο 1:
- ο βασιλιάς επιδίωξε να χαλαρώσει τα δεσμά της ανευθυνότητας (Christidis) |
- κανένας δεν θα μπορέσει να επικαλεστεί το άλλοθι της ανευθυνότητας (id.)
- ② = το ανεύθυνο 2:
- κατηγορήθηκε η επιτροπή για ~ |
- δημαγωγική, πολιτική ~ |
- δεν επιτρέπονται ανευθυνότητες |
- θα ήταν ~, αν η κυβέρνηση ριχνόταν στη μάχη για την κατάκτηση των δήμων και κοινοτήτων |
- είναι απλωμένη παντού μια ασυδοσία και μια ~ που πάει να γίνει πραγματική εθνική συμφορά (Karantinos) |
- η πίστη σε μια υπερφυσική δύναμη οδήγησε στην ~ στο κοινωνικό πεδίο (Evelpidis)
[fr kath ανευθυνότης, der of AG ἀνεύθυνος]
- ① = το ανεύθυνο 1: