Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ανεμοδείκτης ο [anemoδíktis] & ανεμοδείχτης ο [anemoδíxtis] Ο10 : α. όργανο που δείχνει την κατεύθυνση του ανέμου· ανεμοδούρα1α, ανεμόστροφοβ. β. (μτφ., για πρόσ.) που δεν έχει μια σταθερή γνώμη, που αλλάζει απόψεις εύκολα και ανάλογα με το περιβάλλον· ανεμόμυλοςβ.
[λόγ. ανεμο-1 + δείκτης μτφρδ. αγγλ. wind indicator· προσαρμ. στη δημοτ. με ανομ. τρόπου άρθρ. [kt > xt] ]
[Λεξικό Γεωργακά]
- ανεμοδείκτης [anemo∂íktis] ο, (& ανεμοδείχτης) (L) aviat
- wind-indicator, wind-vane, weathervane, weathercock, wind sock (syn αεροδείκτης, ανεμοδούρα, ανεμοδούρι, ανεμούρι):
- phr γυρίζει σαν τον ανεμοδείχτη wanders around aimlessly |
- δες το σύννεφο εκείνο πάνω απ' τον ανεμοδείχτη (KPolitis) |
- όλα πήξανε μέσα σε μια γαλήνη εφιάλτη |
- τα δέντρα, ο καπνός του πλυσταριού, ο ανεμοδείχτης πάνω απ' τη σοφίτα του Mάνου (Tsirkas) |
- οι φιλάρεσκες γυναίκες μοιάζουν με τους ανεμοδείκτες (Kontogiannis) |
- poem οι ανεμοδείχτες των σπιτιών | αυτά τα χαρούμενα κοκόρια της πόλης ψαλιδισμένα στη λαμαρίνα | γυρίζουν στο νοτιά (Ritsos) |
- οι ανεμοδείχτες γύριζαν γρήγορα και τα δέντρα | λύγιζαν κάτω, προς τη γης (Vrettakos) |
- κοιτάζω πιο ψηλά, | προς τους ανεμοδείχτες (TVarvitsiotis)
[neol]
- wind-indicator, wind-vane, weathervane, weathercock, wind sock (syn αεροδείκτης, ανεμοδούρα, ανεμοδούρι, ανεμούρι):