Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ανατίμηση
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ανατίμηση η [anatímisi] Ο33 : καθορισμός ανώτερης τιμής για κτ., αύξηση της τιμής του: ~ αγαθών / υπηρεσιών. H ~ των ειδών πρώτης ανάγκης δεν καλύφθηκε από την αύξηση των μισθών. ~ ενός νομίσματος, αύξηση της τιμής του σε σχέση με ορισμένο άλλο. ANT υποτίμηση.

[λόγ. ανατιμη- (ανατιμώ) -σις > -ση]

[Λεξικό Γεωργακά]
ανατίμηση [anatímisi] η,
  • ① raising of price, rise of price, increase in prices:
    • η ~ των καυσίμων |
    • καθημερινές σχεδόν ανατιμήσεις οικοδομικών υλικών |
    • οι ανατιμήσεις απερρόφησαν την αγοραστική δύναμη της εργατικής τάξεως |
    • γίνεται συστηματική απόκρυψη υλικών εν όψει μεγάλων ανατιμήσεων
  • ⓐ increase in value, upward reevaluation:
    • ~ των μετοχών, των εθνικών νομισμάτων |
    • το κράτος θα προβεί σε ~ των χρεών (Angelop)
  • ② fig reevaluation:
    • η ~ των αρχαίων κειμένων |
    • τα εθνικά θέατρα δεν είναι ποτέ ή σχεδόν ποτέ χρηματιστήρια ανατιμήσεως πνευματικών αξιών (Athanasiadis-N) |
    • ο σημερινός άνθρωπος ένοιωσε πια την ανάγκη να γίνει συθέμελη ανατροπή .. νέα ~ της αρετής (Kazantz)

[fr kath (Koumanoudis) ανατίμησις, der of K ἀνατιμῶ]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες