Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ανασύνταξη η [anasíndaksi] Ο33 : η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του ανασυντάσσω: ~ των δυνάμεων του έθνους / του στρατού, αναδιοργάνωση. ~ των εκλογικών καταλόγων.
[λόγ. ανασυντακ- (ανασυντάσσω) -σις > -ση (διαφ. το ελνστ. ἀνασύνταξις `επανεκτίμηση πολεμικού φόρου΄)]
[Λεξικό Γεωργακά]
- ανασύνταξη [anasíndaksi] η, gen ανασύνταξης & ανασυντάξεως, pl ανασυντάξεις (L)
- reconstruction, reestablishment, reorganization (syn ανασυγκρότηση 2):
- γίνεται προσπάθεια ανασύνταξης των δυνάμεων |
- ~ των πολιτικών κομμάτων ενόψει εκλογικής αναμετρήσεως |
- ~ του έμψυχου υλικού του θιάσου |
- η ~ του κράτους και η νέα του συγκρότηση σε δημοκρατία |
- στις ελεύθερες .. χώρες, αλλά και στις φραγκοκρατούμενες παρατηρείται ανάνηψη και ~ του ελληνικού στοιχείου (Vacalop) |
- ηρωικό αίμα εχύθηκε για την ελευθερία μας και την ανασύνταξή μας σε πολιτεία (Theodorakop)
- ⓐ milit regrouping, reorganizing (syn ανασυγκρότηση 2b):
- σφύριζε ~ |
- η ~ των τμημάτων |
- επιχειρούν ~ των δυνάμεων |
- ~ του εχθρού |
- συντάξεις και ανασυντάξεις προς διάφορα μέτωπα εις φάλαγγα και εις παράταξιν (Chrysafis)
[fr kath ανασύνταξις ← K, AG ἀνασύνταξις, der of ἀνασυντάσσω]
- reconstruction, reestablishment, reorganization (syn ανασυγκρότηση 2):