Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- αναποφασιστικότητα η [anapofasistikótita] Ο28 (χωρίς πληθ.) : έλλειψη αποφασιστικότητας.
[λόγ. αν- (δες α- 1) αποφασιστικ(ός) -ότης > -ότητα]
[Λεξικό Γεωργακά]
- αναποφασιστικότητα [anapofasistikótita] η, (L)
- lack of decision, indecisiveness, irresoluteness, hesitancy, vacillation (syn το αναποφάσιστο, αμφιταλάντευση, διστακτικότητα):
- όλοι οι παράγοντες οδηγούν το αυταρχικό καθεστώς σε μια ~ |
- η ήττα ήταν αποτέλεσμα της αναποφασιστικότητας στα μετόπισθεν |
- περάσανε μια νύχτα μες στην αμφιβολία και την ~, μια δίβουλη νύχτα (Petsalis) |
- κατηγορούσαν ο ένας τον άλλον για ανικανότητα .., για ~(id.) |
- η αστάθεια και η ~είναι πολύ επικίνδυνες στη ζωή (Papanoutsos) |
- μεγάλη ~ του κόμματος που κυβερνά επάνω στα βασικά ζητήματα (Evelpidis) |
- η πλούσια συναισθηματική φύση του Γρηγορίου .. θα τον φέρει πολλές φορές σε ~, θα τον κάμει πολύ να υποφέρει (Tatakis)
[fr kath αναποφασιστικότης (Koumanoudis), cpd of αν- & kath αποφασιστικότης]
- lack of decision, indecisiveness, irresoluteness, hesitancy, vacillation (syn το αναποφάσιστο, αμφιταλάντευση, διστακτικότητα):