Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- αναπαριστάνω [anaparistáno] -ομαι Ρ (βλ. παριστάνω) : κάνω αναπαράσταση ενός γεγονότος ή πράγματος: Aυτόπτες μάρτυρες θα αναπαραστήσουν τα γεγονότα μπροστά στο δικαστήριο. Mακέτα που αναπαριστάνει την αρχαία Πομπηία / Ολυμπία.
[λόγ. ανα- παριστάνω μτφρδ. γαλλ. représenter]
[Λεξικό Γεωργακά]
- αναπαριστάνω [anaparistáno] (& αναπαραστένω, sp. also αναπαρασταίνω & more rare αναπαριστένω [sp. also αναπαρισταίνω]) ipf αναπαρίστανα, αναπαρίστενα & αναπαράστενα, prp αναπαριστάνοντας & αναπαραστένοντας, aor αναπαράστησα, subj αναπαραστήσω, mediop αναπαριστάνομαι, αναπαραστένομαι, aor αναπαραστάθηκα, subj αναπαρασταθώ
- represent, depict, portray (a person, object, deed, event) (syn αναπαριστώ, απεικονίζω):
- ο Γκρέκο αναπαράστησε αγίους |
- δοκιμάζω ν' αναπαραστήσω ορισμένα γεγονότα |
- αναπαραστένουν τα αισθητά αντικείμενα, πρόσωπα και πράγματα (Papanoutsos) |
- ανάγλυφα αναπαραστένουν σκηνές λαγνείας (Thrylos) |
- μια βρύση αναπαριστάνει ένα γοτθικό τέρας (Ouranis) |
- τα ζώα αναπαριστάνονται πιστά στις τοιχογραφίες των σπηλαίων (Evelpidis) |
- η ζωγραφική αναπαριστένει με ρεαλισμό και ποίηση μαζί .. προπάντων τη φύση (Evelpidis) |
- ο Όμηρος αναπαραστένει την ηρωική εποχή (Kakridis) |
- επιτρέπεται να αναπαραστήσουμε τις μορφές σε ύψος 0.90-1.00μ. (ADelivorias) |
- πώς μπορώ να αναπαραστήσω τους παλμούς μιας χαράς; (Palam)
[fr kath αναπαριστώ AG *ἀναπαρίστημι on the basis of aor -παράστησα; cf αναστένω & αναστήνω fr MG αναστένω ← AG ἀνίστημι; also παριστάνω, παραστένω, παριστώ ← AG παρίστημι]
- represent, depict, portray (a person, object, deed, event) (syn αναπαριστώ, απεικονίζω):