Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αναληθής -ής -ές
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
αναληθής -ής -ές [analiθís] Ε10 : (λόγ.) για κτ. που δεν ανταποκρίνεται στην αλήθεια· ψευδής. ANT αληθής: Οι καταγγελίες του αποδεικνύονται αναληθείς. Είναι αναληθές ότι… αναληθώς ΕΠIΡΡ.

[λόγ. < ελνστ. ἀναλήθης με μετακ. τόνου κατά το αληθής· λόγ. < ελνστ. ἀναληθῶς]

[Λεξικό Γεωργακά]
αναληθής, -ής, -ές [analiθís] (L)
  • untrue, false (syn ανακριβής, ψευδής):
    • ~ ισχυρισμός, ~ ειδησεογραφία |
    • είναι αναληθές ότι η τέχνη είναι πάντα απρόσιτη στο μεγάλο κοινό (Dizikirikis) |
    • phr ~ φήμη groundless rumor |
    • ~ εμφάνιση semblance (syn πλαστός, ψεύτικος)

[fr kath αναληθής ← MG αναληθής ← K, AG ἀναλήθης accented by anal. influence of syn ανακριβής]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες