Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ανακομιδή
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ανακομιδή η [anakomiδí] Ο29 : εκταφή των οστών ενός νεκρού και μεταφορά σε άλλο τάφο ή σε οστεοφυλάκιο· μετακομιδή. || ~ λειψάνων / οστών αγίου, μεταφορά σε άλλο τόπο.

[λόγ. < ελνστ. ἀνακομιδή, αρχ. σημ.: `επιστροφή΄]

[Λεξικό Γεωργακά]
ανακομιδή [anakomi∂í] η, (L) eccl
  • removal and transfer (of relics) (syn μεταφορά σε άλλον τάφο ή άλλο μέρος):
    • ~ των οστών or των λειψάνων |
    • έκαμαν την ~ του πατέρα τους |
    • μερίμνησε για την ~ και τη μεταφορά των λειψάνων στο ναό X. |
    • ανακηρύχθηκε σε άγιο από το Πατριαρχείο μετά την ~ των λειψάνων του στην Ύδρα από τη Pόδο, όπου είχε μαρτυρήσει (1800) (Pallas) |
    • έγινε με λαμπρή τελετή η ~ των λειψάνων του πατριάρχη Aνθίμου Στ΄ (Vacalop) |
    • σε πετσέτες ήταν τυλιγμένα κρανία αποθαμένων, των οποίων είχε γίνει η ~ (Moraitidis)

[fr MG ← K, PatrG ἀνακομιδή ← AG]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες