Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ανακλαστήρας ο [anaklastíras] Ο2 : (τεχν.) ονομασία διάφορων συσκευ ών ή εξαρτημάτων που ανακλούν φωτεινές ή θερμικές ακτίνες, ή ηχητικά ή ηλεκτρομαγνητικά κύματα.
[λόγ. ανάκλασ(ις) -τήρ > -τήρας μτφρδ. γαλλ. réflecteur]
[Λεξικό Γεωργακά]
- ανακλαστήρας [anaklastíras] phys
- reflector
[fr kath ανακλαστήρ, neol (Koumanoudis), der of ανακλώ (-άω)]