Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ανακατάκτηση η [anakatáktisi] Ο33 : η ενέργεια του ανακατακτώ: H ~ των γειτονικών κρατών / των χαμένων αποικιών.
[λόγ. ανα- κατάκτη(σις) -ση μτφρδ. γαλλ. recon quête]
[Λεξικό Γεωργακά]
- ανακατάκτηση [anakatáktisi] η, gen ανακατακτήσεως (L)
- ① reconquest, retaking (syn ανακατάληψη):
- η ~ της Iβηρικής χερσονήσου |
- εξορμούσαν για την ~ της Πελοποννήσου από τους Φράγκους (Ouranis)
- ⓐ fig reconquest, retaking:
- η ~ του κόσμου από το ουμανιστικό πνεύμα (Tsatsos)
- ② regaining:
- η ~ της παλιάς δόξας, η ~ της εξωτερικής ελευθερίας
[neol (Koumanoudis), der of ανακατακτώ]
- ① reconquest, retaking (syn ανακατάληψη):