Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- αναισθησιολόγος ο [anesθisiolóγos] Ο18 θηλ. αναισθησιολόγος [anesθi siolóγos] Ο35 : γιατρός ειδικός στην αναισθησιολογία: Aποφάσισε να πάρει την ειδικότητα του αναισθησιολόγου.
[λόγ. < αγγλ. anaesthesiologist < anaesthesio(logy) = αναισθησιο(λογία) -logist = -λόγος· λόγ. θηλ. χωρίς διάκρ. γένους]
[Λεξικό Γεωργακά]
- αναισθησιολόγος [anesθisiolóγos] ο, η, med
- anesthesiologist
[der of αναισθησία cpd w. -λόγος]