Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- αναθέρμανση η [anaθérmansi] Ο33 : η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του αναθερμαίνω: Mέτρα για την ~ της οικονομίας. Επιζητεί την ~ των σχέσεών τους.
[λόγ. < ελνστ. ή μσν. ἀναθέρμανσις < ἀναθερμαν- (ἀναθερμαίνω) -σις > -ση]
[Λεξικό Γεωργακά]
- αναθέρμανση [anaθérmansi] η, (L)
- ① re-warming, reheating (syn ξαναζέσταμα):
- ~ του νερού
- ② reanimation, reviving, reheating (fig) (syn ζωογόνηση):
- ~ της οικονομίας, της οικονομικής δραστηριότητος, του τουρισμού |
- μια ~ και μια αναρρίπιση φέρνει σε φως την ψυχοσύστασή τους (ThXydis) |
- έγινε ~ των ενδιαφερόντων της για την πρώτη αγάπη της (Palaiologos) |
- η ~ των σχέσεων των δύο χωρών |
- η ~ των ελληνοϊταλικών σχέσεων |
- ~ των παλιών αναζητήσεων για τον προσδιορισμό της εννοίας της δικαιοσύνης (SNestor)
[fr kath ← LK αναθέρμανσις 'warming again', der of αναθερμαίνω]
- ① re-warming, reheating (syn ξαναζέσταμα):