Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- αναδημιουργώ [anaδimiurγó] -ούμαι Ρ10.9 : δημιουργώ από την αρχή κτ. που έχει φθαρεί ή που έχει χάσει τη ζωτικότητά του. α. ανακατασκευάζω. β. αναζωογονώ ή αναβιώνω.
[λόγ. ανα- δημιουργώ]
[Λεξικό Γεωργακά]
- αναδημιουργώ [ana∂imiurγó] αναδημιουργείς, ipf αναδημιουργούσα, prp αναδημιουργώντας, aor αναδημιούργησα, subj αναδημιουργήσω, pass αναδημιουργούμαι, prp αναδημιουργούμενος, aor αναδημιουργήθηκα, ppp αναδημιουργημένος, (L)
- ① act create anew, rebuild (syn δημιουργώ εκ νέου, ξαναφτιάνω):
- το Bερολίνο δεν ήταν υποχρεωμένο να γκρεμίζη όπως οι παλιές πρωτεύουσες, το Λονδίνο ή το Παρίσι, για να μπορή να αναδημιουργήση (Athanasiadis-N) |
- Tο Mπέργκεν οφείλει κι αυτό τη μοντέρνα όψη στο φοβερό στοιχείο που αναδημιούργησε όλες τις πόλεις του Bορρά, στη φωτιά. (id.) |
- ο Θεός αναδημιουργεί αδιάκοπα το σύμπαν (Athanas) |
- οι Έλληνες εκείνοι δεν εκτιμούσαν τα μεγάλα λόγια |
- θα κάμουμε, θα αναδημιουργήσουμε (Theotokas) |
- να μπορούσε κανείς να φανή σωστός νομοθέτης, να σου αναδημιουργήση αλάκερο κράτος (Psichari)
- ⓐ pass be rebuilt:
- η νέα πόλη αναδημιουργείται
- ② fig catch and render, reshape, re-create (or interpret artistically):
- ένα άτομο αναδημιουργεί το δικό του κόσμο or την καθημερινή ζωή or την εξωτερική πραγματικότητα με τα προβλήματά της |
- αναδημιουργούμε γεγονότα με την ανάμνηση |
- ~ μέσα μου τις πεποιθήσεις |
- ο ποιητής αναδημιουργεί το όραμά του |
- αναδημιουργούμε την εποχή μας κάτω από την πένα μας (Chatzinis) |
- ο δημιουργικός ιστορικός αναδημιουργεί ένα περασμένο γεγονός (Georgoulis) |
- ο ποιητής αναδημιουργεί τον κόσμο και τη ζωή του με τη φαντασία και με το λόγο (Papanoutsos) |
- ο επαρκής αναγνώστης αναγινώσκει και αναδημιουργεί τη δημιουργία του άλλου (Tsatsos) |
- η (ηθοποιός) Kατερίνα αναδημιούργησε, σχεδόν ξανάγραψε την Έντα Γκάμπλερ (Athanasiadis-N) |
- τους Iάμβους και Aναπαίστους (του Παλαμά) εξαΰλωσε με τη μουσική του και αναδημιούργησε ο M. Kαλομοίρης (Palam) |
- οι συγγραφείς αναδημιούργησαν τα λαϊκά μοτίβα, για να συνθέσουν ένα μαγευτικό παραμυθόδραμα (Thrylos)
[fr kath αναδημιουργώ ← ByzG, PatrG ἀναδημιουργῶ 're-create, regenerate' ← AG ἀναδημιουργῶ (inscr, 4th c. BC)]
- ① act create anew, rebuild (syn δημιουργώ εκ νέου, ξαναφτιάνω):