Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ανήλεος -η -ο
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ανήλεος -η -ο [aníleos] Ε5 : ανηλεής.

[λόγ. ανηλε(ής) μεταπλ. -ος κατά τα άλλα επίθ. για προσαρμ. στη δημοτ.]

[Λεξικό Γεωργακά]
ανήλεος, -η, -ο [aníleos] (L) = ανηλεής
:
  • ~ δυνάστης, Θεός |
  • ~ αγώνας, εγωισμός |
  • ανήλεη δύναμη, κραυγή, φρίκη |
  • ανήλεο βλέμμα, πείραγμα, φως |
  • μου ήτανε γραφτό να υπομείνω ως τέλος το βάσανο του δασκάλου μου, αλύπητου, ανήλεου (Palam) |
  • ένοιωσα πως ανάμεσα στον άντρα και στη γυναίκα κατέβηκε πάλι με αυστηρό πρόσωπο ο ~ νόμος (Kazantz) |
  • ο εργάτης έσπρωχνε βροντερά τα καρφιά του τ' ανήλεα στη σάρκα του ξύλου (Panagiotop) |
  • ένα ανήλεο δάρσιμο τη ρίχνει κάτω αναίσθητη (Chatzinis) |
  • η αφοσίωση του νέου προς τον ώριμο που πιστεύει και ο ~ έλεγχός του σ' αυτόν που έπαψε να πιστεύει έχουν κοινή πηγή (Kakridis) |
  • poem μ' ένα χτύπημα ανήλεο στην άλλη κορφή της καρδιάς μου (Sikel) |
  • με τα σκληρά του δάχτυλα ο ~ χρόνος | τα βουνά ξεριζώνει και τους λόφους (Zevgoli)

[neol, der of ανηλεής]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες